φαρανίτης

φαρανίτης
φαραν-ίτης [pron. full] [ῑ], ου, ,
A native of Φαράν (between Palestine and Egypt),

ἀννῶνα τῶν φ. β' ἄλης PFlor.297.192

, 219 (vi A. D.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φαρανίτης — φαρανί̱της , φαρανίτης native of masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαρανίτης — ὁ, θηλ. φαρανῑτις, ίτιδος, Α [Φαράν] 1. ιθαγενής τής επαρχίας τής μεγάλης ερήμου τής Αραβίας, Φαράν 2. το θηλ. είδος αμεθύστου που απαντά στην ίδια επαρχία …   Dictionary of Greek

  • φαρανῖται — φαρανίτης native of masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαρανίτας — φαρανί̱τᾱς , φαρανίτης native of masc acc pl φαρανί̱τᾱς , φαρανίτης native of masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαρανίτην — φαρανί̱την , φαρανίτης native of masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαρανίτου — φαρανί̱του , φαρανίτης native of masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”